- κασιδιάρης
- I
Ονομασία δύο βουνών.1. Βουνό (υψόμ. 1.011 μ.) της Θεσσαλίας. Βρίσκεται στα όρια των νομών Λαρίσης και Φθιώτιδος. Ονομάζεται και Ναρθάκι.2. Βουνό (υψόμ. 1.329 μ.) του νομού Ιωαννίνων. Ονομάζεται και Σούτιστα.IIΟικισμός (41 κάτ.) του νομού Ηλείας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αμαλιάδας.* * *και κασσιδιάρης και κατσιδιάρης, -α, -ικο (Μ κασ(σ)ιδιάρης, -α, -ικο). αυτός που πάσχει από κασίδανεοελλ.1. μτφ. ψωροπερήφανος, ακατάδεκτος2. το αρσ. ως ουσ. ο κασιδιάρηςκν. ονομασία διαφόρων φυτών.[ΕΤΥΜΟΛ. < κα(σ)σίδα + κατάλ. -ιάρης (πρβλ. χτικ-ιάρης, ψωρ-ιάρης)].
Dictionary of Greek. 2013.